- αποπλανησις
- ἀποπλάνησιςἀπο-πλάνησις-εως ἥ отклонение в сторону, рит. отступление Arst., Plut.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
ἀποπλάνησις — digression fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποπλανήσει — ἀποπλάνησις digression fem nom/voc/acc dual (attic epic) ἀποπλανήσεϊ , ἀποπλάνησις digression fem dat sg (epic) ἀποπλάνησις digression fem dat sg (attic ionic) ἀποπλανάω lead astray aor subj act 3rd sg (attic epic ionic) ἀποπλανάω lead astray fut … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποπλάνησιν — ἀποπλάνησις digression fem acc sg ἀποπλανάω lead astray pres ind act 3rd sg ἀποπλανάω lead astray pres ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αποπλάνηση — Εκτροπή από την ευθεία οδό, παραπλάνηση, εξαπάτηση, ξεμυάλισμα, διαφθορά. (Αστρον.) α. του φωτός. Είναι ένα φαινόμενο που γίνεται εύκολα νοητό, αν σκεφτούμε τι συμβαίνει όταν βρέχει και βρισκόμαστε σε μεταφορικό μέσο που κινείται με μεγάλη… … Dictionary of Greek
ՅԱԾՈՒՆ — ( ) NBH 2 0314 Chronological Sequence: 6c ա. ῤέμβη, ῤέμβος, ῤεμβασμός, περιφέρεια circumagitatio, circumlatio, evagatio, aberratio ἁποπλάνησις circumerratio. Իբր Յածող, եւ Շարժուն. կամ յածօղ զաչս. *(Նաւավարք) իբրեւ զկենդանի յածունս ʼի տապանի՝… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)
ἀποπλανήσεως — ἀποπλανήσεω̆ς , ἀποπλάνησις digression fem gen sg (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποπλανήσῃ — ἀποπλανήσηι , ἀποπλάνησις digression fem dat sg (epic) ἀποπλανάω lead astray aor subj mid 2nd sg (attic ionic) ἀποπλανάω lead astray aor subj act 3rd sg (attic ionic) ἀποπλανάω lead astray fut ind mid 2nd sg (attic doric ionic aeolic) ἀ̱ποπλανήσῃ … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)